Η πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην υπαγωγή των δημοσίων υπηρεσιών τουρισμού των Ιονίων νήσων σε Περιφερειακή Υπηρεσία Τουρισμού με έδρα την Πάτρα δεν αποτελεί έκπληξη, είναι ένα ακόμη βήμα στο πρόγραμμα προικοδότησης των δύο απέναντι μεγαλύτερων στεριανών αστικών κέντρων. Ο λόγος βέβαια που η μεταφορά των συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων ηχηρά προκαλεί την γενική αντίδραση είναι η οφθαλμοφανής απουσία λογικής στήριξης του εγχειρήματος.
Το μέλλον της Περιφέρειας Ιόνιων Νήσων προδιαγράφεται σαφώς στο σχετικό προικοσύμφωνο το οποίο υπερψηφίστηκε και από βουλευτές των Επτανήσων. Στην σελίδα 84 του ΕΣΠΑ 2007-2013 μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι: «…Τέλος, το σημαντικό αστικό κέντρο της Πάτρας που αποτελεί και πύλη της χώρας προς τα δυτικά, θα αποτελέσει προωθητικό κέντρο της αναπτυξιακής διαδικασίας και την αιχμή του αστικού συστήματος της χωρικής ενότητας*». Συμπληρωματικά, αλλά ανταγωνιστικά ως προς την Πάτρα, το ρυθμιστικό σχέδιο Ιωαννίνων προβλέπει την υπαγωγή της Κέρκυρας στην "Αστική Ζώνη Ιωαννίνων" κάτι το οποίο συνδέεται με τις προσπάθειες της κυβέρνησης γιά μερική διοικητική εξάρτηση της Κέρκυρας τόσο από τα Ιωάννινα, όσο και από το επίνειο των, την Ηγουμενίτσα. Γιά να επιτευχθούν τα παραπάνω, με κατάλληλο "χειρισμό" των δεδομένων, η πόλη της Κέρκυρας δεν αξιολογήθηκε στο ΕΣΠΑ ως πρωτεύων, αλλά ως δευτερεύων πόλος ανάπτυξης.
Στην ευρύτερη λοιπόν περιοχή της δυτικής Ελλάδας διαφαίνεται μία προσπάθεια διανομής των Επτανησιακών ιματίων μεταξύ των δύο μεγαλύτερων στεριανών αστικών πόλων, της Πάτρας και των Ιωαννίνων. Γιά ποιό όμως λόγο οι κυβερνήσεις κόπτονται γιά την προίκιση των δύο αυτών αστικών κέντρων, αντιβαίνοντας τις πρόνοιες του Ελληνικού συντάγματος και της συνθήκης της Λισσαβώνας περί ενίσχυσης των νησιωτικών περιοχών; Εκατό χρόνια μετά την διάλυση του συστήματος παιδείας των Επτανήσων και την κατάργηση της Ιονίου Ακαδημίας από την τότε Ελληνική κυβέρνηση, δηλαδή εν έτει 1964, ιδρύθηκαν δύο πανεπιστήμια στην δυτική Ελλάδα, ένα στην Πάτρα και ένα στα Ιωάννινα. Η παραπάνω πράξη, η οποία παίχτηκε στα ερείπια της βομβαρδισμένης από τους Ναζί Κέρκυρας και των κτυπημένων από τον Εγκέλαδο Κεφαλονιάς και Ζακύνθου, προσδιόρισε την μεταφορά του περιφερειακού κέντρου βάρους από τα Επτάνησα στην απέναντι στεριά και σφράγισε την προσπάθεια των κυβερνήσεων γιά επικυριαρχία της Πάτρας και των Ιωαννίνων στην δυτική Ελλάδα. Η οικονομική και πληθυσμιακή ανάπτυξη όμως μίας πόλης γιά να είναι βιώσιμη δεν μπορεί να βασιστεί μόνο σε κυβερνητικές επιλογές, αλλά απαιτoύνται και εγγενή χαρακτηριστικά τα οποία θα στηρίξουν αυτή τη βιωσιμότητα. Στην περίπτωση των δύο παραπάνω αστικών κέντρων τα εγγενή αυτά χαρακτηριστικά φαίνεται ότι απουσιάζουν και η πληθυσμιακή ανάπτυξη αποτελεί όχι το αποτέλεσμα, αλλά τη γενεσιουργό αιτία μίας φαινόμενης ανάπτυξης.
Τα μεγάλα αστικά κέντρα δημιουργούνται σε εκτεταμένες γεωργικές περιοχές που παραδοσιακά μπορούν να στηρίξουν μεγάλους πληθυσμούς, σε σταυροδρόμια σημαντικών οδικών και πλωτών αρτηριών, σε λιμάνια που βρίσκονται επάνω σε σημαντικές θαλάσσιες οδούς ή εξυπηρετούν εκτεταμένη ενδοχώρα και στην πιό σύγχρονη εποχή σε περιοχές με έντονη δραστηριότητα του τριτογενούς τομέα. Η παραπέρα εξέλιξη αυτών των αστικών κέντρων εξαρτάται από την ικανότητα προσαρμογής των στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες του περιβάλλοντος των.
Η Πάτρα, ένα αστικό κέντρο συμπιεσμένο μεταξύ ορέων και θάλασσας χωρίς σημαντική ενδοχώρα, παραδοσιακά σημαντικό λιμάνι στην διαδρομή Αθήνα - Δυτική Ευρώπη, σήμερα χάνει τον ρόλο της τόσο λόγω του ανταγωνισμού της Ηγουμενίτσας όσο και της επικείμενης ενίσχυσης της σημασίας της οδικής και σιδηροδρομικής διαδρομής μέσω των δυτικών Βαλκανίων. Η αποβιομηχάνιση της πόλης και η διαρκής συρρίκνωση των δραστηριοτήτων του λιμένα της αποτελούν αποτέλεσματα της παραπάνω εξέλιξης.
Τα Ιωάννινα, ένα αστικό κέντρο εγκλωβισμένο σε μία ορεινή περιοχή χωρίς παραγωγική ενδοχώρα, κέντρο της φτωχότερης περιφέρειας της Ευρώπης, παρά φύση πασχίζουν μέσω της Εγνατίας να προβάλλουν τον εαυτό τους στον θαλάσσιο χώρο του Ιονίου. Η ανάπτυξη της πόλης πυροδοτούμενη από την παρουσία του πανεπιστημίου και των τριτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας στηρίζεται στην απογύμνωση της ραγδαία συρρικνούμενης υπαίθρου καθιστώντας την σημασία των Ιωαννίνων σαφώς τοπικού και όχι υπερτοπικού χαρακτήρα και την παραπέρα ανάπτυξη των προβληματική.
Η μακρά παρουσία των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στα παραπάνω δύο αστικά κέντρα θα μπορούσαν να είχαν δημιουργήσει μία σημαντική δυναμική στον δευτερογενή και τριτογενή τομέα εάν υπήρχε η διασύνδεση εκπαίδευσης και έρευνας με την παραγωγή, κάτι το οποίο όμως δεν έχει επιτευχθεί ικανοποιητικά γενικώτερα στον Ελληνικό χώρο.
Καθώς λοιπόν το μέλλον των δύο παραπάνω αστικών κέντρων - πηγών σημαντικού αριθμού ψήφων δεν διαγράφεται ευοίωνο ιδιαίτερα στην μεταμνημονιακή Ελλάδα της σαρκοβόρου οικονομίας, οι κυβερνήσεις αντί να προχωρήσουν σε ένα ρεαλιστικό σχεδιασμό ευημερίας γιά τις παραπάνω πόλεις ακολουθούν την εύκολη οδό προσπαθώντας να τις προικοδοτήσουν με τα πολιτισμικά "ασύμβατα", αλλά οικονομικά επωφελή Επτάνησα. Γιά να μετατραπούν όμως τα τουριστικά και από ότι φαίνεται ενεργειακά πλούσια Επτάνησα από διοικητική, πολιτισμική και οικονομική οντότητα σε προίκα θα πρέπει να αποδομηθούν και η περιφερειακή διοίκηση των να απογυμνωθεί από την δυνατότητα χάραξης οποιασδήποτε πολιτικής, κάτι που επιτυγχάνεται με την μεταφορά των επί μέρους κέντρων λήψης αποφάσεων στην Πάτρα και στα Γιάννενα.
Οι πολιτικές των κυβερνήσεων σε σχέση με τα Επτάνησα από την εποχή της ένωσης μέχρι σήμερα είναι σαφώς δυσμενείς, αλλά η επιχειρούμενη και καλυμένη κάτω από τον μνημονιακό ψευδομανδύα επίθεση που δέχονται τα Επτάνησα κατά τα τελευταία χρόνια είναι πλέον προκλητική. Δεν πρέπει να διαφεύγει από την προσοχή όλων ότι η Ηνωμένη Πολιτεία των Ιονίων Νήσων οικειοθελώς απετέλεσε την μία εκ των δύο συνιστωσών του νεο-Ελληνικού κράτους, όπως αυτό αναγνωρίστηκε με τις συνθήκες του Λονδίνου του 1863 και του 1864 και η σημερινή έκφραση αυτής της συνιστώσας, η ΠΙΝ, πρέπει να αντιμετωπίζεται από τις κυβερνήσεις με τον προσήκοντα σεβασμό. Οι ακολουθούμενες κυβερνητικές πολιτικές που βάλλουν κατά των Επτανήσων είναι βαθειά αντεθνικές καθώς βάλλουν ουσιαστικά κατά των θεμελίων αυτού του ίδιου του Ελληνικού κράτους. Είναι πλέον επιτακτική η διαφοροποίηση της τοπικής πολιτικής πραγματικότητας από αυτήν της σκηνής της Αθήνας, η απεξάρτηση από τους κεντρικούς κομματικούς μηχανισμούς και η μεταστροφή της θεώρησης των πολιτών από ένα Αθηνο-κεντρικό σε ένα Επτανησιο-κεντρικό Ελληνικό μοντέλο.
Γιάννης Βραδής
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Purdue, ΗΠΑ
Εργαστήριο Πολιτικού και Πολιτισμικού Προβληματισμού
Ιονίων Νήσων Όραμα
http//:ionianislandsvision2020.blogspot.com
* Παραπομπή, σελίδα 84, ΕΣΠΑ 2007-1013.
«Η Περιφέρεια Ιονίων Νήσων θα εστιάσει στη βελτίωση και διαφοροποίηση του τουριστικού προϊόντος με νέες και εναλλακτικές δυνατότητες προσαρμοσμένες στην τοπική ταυτότητα, σε συνδυασμό με τη διαφοροποίηση και τον αναπροσανατολισμό της οικονομίας του αγροτικού χώρου και τη διεύρυνση της παραγωγικής βάσης του δευτερογενή τομέα. Οριζόντιους στόχους συνιστούν η δημιουργία συνθηκών βιώσιμης διαχείρισης φυσικών και πολιτισμικών πόρων και την αξιοποίησή τους στην ήπια οικονομική δραστηριότητα και η προώθηση συνεργασιών με πόλους ανάπτυξης και λοιπά χωρικά σύνολα (μικρά νησιά, απομονωμένες περιοχές) άλλων περιοχών.
Με δεδομένο τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των νησιών θα δοθεί έμφαση τόσο στις μεταξύ τους συνδέσεις, ιδιαίτερα σε σχέση με τις τουριστικές δραστηριότητες, όσο και στις συνδέσεις των νησιών με τον ηπειρωτικό κορμό της χωρικής ενότητας.
Τέλος, το σημαντικό αστικό κέντρο της Πάτρας που αποτελεί και πύλη της χώρας προς τα δυτικά, θα αποτελέσει προωθητικό κέντρο της αναπτυξιακής διαδικασίας και την αιχμή του αστικού συστήματος της χωρικής ενότητας.»
Πραγματικά πολύ ενδιαφέρον!
ΑπάντησηΔιαγραφή